του Διονύση Σιμόπουλου, Καθημερινή, 13/8/2017
Σε μια πρόσφατη επίσκεψή μου στη Σάμο, το πανέμορφο νησί του Πυθαγόρα, του Επίκουρου και του Αρίσταρχου, η συζήτηση με τους εκεί φίλους μου οδήγησε αναπόφευκτα και στο θέμα του ηλιοκεντρικού συστήματος. Δυστυχώς σήμερα δεν έχουμε παρά μία απλή μόνον περιγραφή του Αριστάρχειου συστήματος όπως αναφέρεται από τον Αρχιμήδη στον «Ψαμμίτη»: «Αρίσταρχος ο Σάμιος υποτίθεται γαρ τα μεν απλανέα των άστρων και τον Αλιον μένειν ακίνητον, ταν δε Γαν περιφέρεσθαι περί τον Αλιον κατά κύκλου περιφέρειαν». Δηλαδή, η Γη δεν είναι το κέντρο του κόσμου, όπως το ’θελαν οι κάτοικοί της, αλλά μια μηδαμινή σφαίρα που περιφέρεται γύρω από τον Ηλιο.
Κι όμως η θαυμάσια και απλή αυτή εξήγηση παραμερίστηκε τότε γιατί δεν συμφωνούσε με την καθημερινή λογική ενός γεωκεντρικού συστήματος. Στη συζήτηση μάλιστα που είχαμε στη Σάμο καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι οι ιδεοληψίες που είναι διάχυτες στο ευρύ κοινό είναι όντως τόσο πανίσχυρες ώστε πολύ δύσκολα καταπολεμούνται. Στην περίπτωση του γεωκεντρισμού άλλωστε πολλοί είναι αυτοί που αισθάνονται απόλυτα ικανοποιημένοι με την άποψη ότι η Γη παρουσιάζεται ως το κεντρικό και το πιο σπουδαίο σημείο του σύμπαντος. Κι έτσι επί 1.800 χρόνια όσοι διαφωνούσαν και πίστευαν στην «αμαρτωλή» περιφορά της Γης γύρω από τον Ηλιο, καίγονταν ζωντανοί στη φωτιά της κάθαρσης.
Ενας από τους πρωτοπόρους της νέας αφύπνισης ήταν χωρίς αμφιβολία ο Giordanno Bruno. Ο Μπρούνο ήταν επηρεασμένος από το ηλιοκεντρικό σύστημα του Αρίσταρχου και του Κοπέρνικου, αλλά θεωρούσε ότι ο Κοπέρνικος δεν είχε προχωρήσει αρκετά. Γιατί το γεγονός ότι τα άστρα φαίνονταν ακίνητα ενώ οι πλανήτες και η Γη κινούνταν, σήμαινε γι’ αυτόν ότι τα άστρα ήταν εκατοντάδες ή και χιλιάδες φορές πιο μακριά από τους πλανήτες. Και για να είναι ορατά σε τέτοιες αποστάσεις θα ’πρεπε να είναι αφάνταστα λαμπερά. Τόσο λαμπερά όσο και ο Ηλιος. Ετσι τώρα, όχι μόνο η Γη είχε υποβαθμιστεί στο επίπεδο ενός απλού πλανήτη, αλλά και ο ίδιος ο Ηλιος δεν ήταν παρά ένα λίγο πολύ κοινό άστρο. Κι έτσι ο Μπρούνο άρχισε να κλονίζει την ευαίσθητη δομή της αρχαίας κρυστάλλινης σφαίρας των άστρων που μέχρι τότε περιέκλειε ασφυκτικά τα όρια του σύμπαντος γύρω από τη Γη μας.
Οπως θα έκανε ο Γαλιλαίος αργότερα, ο Μπρούνο διατύπωσε τις ιδέες του μ’ έναν διάλογο μεταξύ δύο ατόμων με διαφορετικές απόψεις. «Πώς είναι δυνατόν να είναι το σύμπαν άπειρο;» ρωτούσε ο ένας από τους δύο χαρακτήρες του Μπρούνο. «Πώς είναι δυνατόν να είναι το σύμπαν πεπερασμένο;» αντέτεινε ο άλλος χαρακτήρας του. Κι ο Μπρούνο μέσα από τους χαρακτήρες του διαλόγου του συνέχιζε: «Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί την έννοια του απείρου. Καμιά από τις αισθήσεις του δεν τον βοηθάει. Οποιος όμως αρνηθεί τα φαινόμενα που δεν μπορεί να καταλάβει, τότε πρέπει να αρνηθεί και την ίδια του την ύπαρξη. Αν ο κόσμος είναι πεπερασμένος και αν δεν υπάρχει τίποτα πέρα απ’ αυτόν, σας ερωτώ: Πού είναι ο κόσμος; Πού είναι το σύμπαν; Μου φαίνεται αστείο να παραδεχτώ ότι δεν υπάρχει τίποτα πέρα από τους ουρανούς».
Για τις ανορθόδοξες αυτές απόψεις του ο Τζιορντάνο Μπρούνο παραδόθηκε στους ιεροεξεταστές, και κάηκε ζωντανός, στη Ρώμη του 1600 μ.Χ. Λίγο καιρό πριν πεθάνει πάνω στην «καθαρτήρια» φωτιά της Ιεράς Εξέτασης, ο Τζιορντάνο Μπρούνο απευθυνόμενος στους επιστήμονες του μέλλοντος έγραφε: «Ανοίξτε μας διάπλατα την πόρτα έτσι ώστε να μπορέσουμε να κοιτάξουμε ξεκάθαρα το αμέτρητο αστρικό σύμπαν... Δείξτε μας όλους αυτούς τους άλλους κόσμους και ανοίξτε μας τους νέους ορίζοντες... Αποδείξτε μας πώς οι κινήσεις όλων αυτών των κόσμων δημιουργούνται από απλές φυσικές δυνάμεις... Διδάξτε μας μια πλατύτερη γνώση της Φύσης».
Δέκα χρόνια μετά την εκτέλεση του Μπρούνο, ένας άλλος Ιταλός, ο Galileo Galilei χρησιμοποίησε το πρώτο του τηλεσκόπιο για να συλλέξει έναν τεράστιο αριθμό πληροφοριών υπέρ του ηλιοκεντρισμού. Κι όπως ήταν φυσικό το κατεστημένο της εποχής για μιαν ακόμη φορά δεν μπόρεσε να ανεχθεί τις νέες ανακαλύψεις. Ο Γαλιλαίος καταδιώχτηκε και με την απειλή βασανιστηρίων αναγκάστηκε να απαρνηθεί τις ιδέες του και να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του υπό κράτηση στο σπίτι του. Οι νέες όμως ιδέες διαδόθηκαν παντού σαν πυρκαγιά. Και στο τέλος ακόμη και το κατεστημένο κατάλαβε ότι ούτε οι αφορισμοί, ούτε το κάψιμο των βιβλίων, ούτε οι απειλές, ούτε οι εκτελέσεις μπορούσαν να σταματήσουν το ξάπλωμα των νέων γνώσεων.