Ένα άρθρο
του 2010
Του Άγγελου
Κωβαίου, ΒΗΜΑ, 1/5/2010
Η πορεία της ελληνικής οικονομίας από την
είσοδο της ΟΝΕ, την οποία διέβη στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ως την πύλη
της εξόδου την οποία κόντεψε να διαβεί κατά το πρόσφατο διάστημα στρώθηκε με
δάνεια και χαμένες ευκαιρίες.
Από το 1996 ως και πρόσφατα, λίγο πριν από
τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009, το ελληνικό κράτος, διά των παντοδύναμων
τσάρων της οικονομίας, δανείστηκε υπό μορφή ομολόγων και εντόκων γραμματίων το
αστρονομικό ποσόν των 260 δισ. ευρώ, ενώ μετά την κορύφωση της κρίσης και στην
πορεία προς την παρ΄ ολίγον χρεοκοπία, δηλαδή μετά τις τελευταίες εκλογές,
εξέδωσε επιπλέον τίτλους αξίας 27 δισ. ευρώ. Σύνολο: περί τα 290 δισ. ευρώ, με
τον όγκο του χρέους να είναι λίγο πάνω από τα 300 δισ. και την ελληνική κυβέρνηση
να επιβάλλει σήμερα το σκληρότερο πακέτο λιτότητας στην ιστορία της χώρας.
Δανεικά χωρίς ανάπτυξη
Ο μεγαλύτερος όγκος των δανειακών αυτών
υποχρεώσεων υποσκάπτει σήμερα τα ούτως ή άλλως σαθρά θεμέλια της ελληνικής
οικονομίας και θα συνεχίσει να λειτουργεί ως τροχοπέδη στην προσπάθεια
εξυγίανσης για πολλά χρόνια ακόμη.
Όταν ξέσπασε η διεθνής οικονομική κρίση,
το 2008, η ελληνική οικονομία έφερε στις πλάτες της ήδη ένα δυσβάσταχτο βάρος
το οποίο είχε συσσωρευθεί από τον όγκο των δανειακών της υποχρεώσεων σε
συνδυασμό με την αποδιοργάνωση κάθε ανταγωνιστικής παραγωγικής δραστηριότητας.
Χαρακτηριστικό της έρευνας στα στοιχεία
του δανεισμού είναι ότι ο τελευταίος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της
κυβέρνησης Καραμανλή κ. Ι.
Παπαθανασίου έβαλε την υπογραφή του σε εκδόσεις ομολογιακών δανείων και
εντόκων γραμματίων συνολικής αξίας που υπερβαίνει τα 60 δισ. ευρώ με θητεία
μόλις εννέα μηνών. Ο προκάτοχός του κ. Γ.
Αλογοσκούφης την περίοδο 2004-2009 είχε συνάψει δάνεια
συνολικού ύψους 125 και πλέον δισ. ευρώ, με κυριότερα επιτεύγματα της υπουργίας
του τη δημοσιονομική απογραφή και την εν μια νυκτί αναθεώρηση του ΑΕΠ λίγο
αργότερα ούτως ώστε να εμφανίσει μείωση του ελλείμματος.
Είχαν προηγηθεί οι θητείες των δύο τσάρων
του ΠαΣοΚ κκ. Ι.
Παπαντωνίου και Ν. Χριστοδουλάκη. Ο πρώτος ήταν ο υπουργός που «έβαλε τη χώρα στην
ΟΝΕ», ο δεύτερος ήταν ο υπουργός που διαχειρίστηκε τον δημοσιονομικό εφιάλτη
των Ολυμπιακών Αγώνων. Η σώρευση δανειακών υποχρεώσεων των δύο υπουργών της
κυβέρνησης Σημίτη ανέρχεται για τον μεν κ. Παπαντωνίου σε περίπου 28,7 δισ.
ευρώ για μια θητεία πέντε ετών, για τον δε κ. Χριστοδουλάκη σε 42,5 δισ. ευρώ
για τα τριάμισι χρόνια κατά τα οποία κάθισε στην καρέκλα του υπουργού Εθνικής
Οικονομίας.
Το σύνολο όλων αυτών των δανειακών
υποχρεώσεων της τελευταίας 15ετίας ανέρχεται σε περίπου 260 δισ. ευρώ και εξ
αυτών τα 200 δισ. είναι απαιτητά εντός της προσεχούς δεκαετίας, κατά την οποία
στην Ελλάδα πρέπει πάση θυσία -κυριολεκτικά- να γίνει η βιαιότερη δημοσιονομική
προσαρμογή. Σε αυτές τις υποχρεώσεις προστίθενται και τα 27 δισ. που έχει
δανειστεί ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου από τα τέλη του προηγούμενου έτους. Τα 20
δισ. από αυτά θα πρέπει να έχουν επιστραφεί στους πιστωτές το 2020.
Οι Ολυμπιακοί και οι
σπατάλες
Τα στοιχεία καταδεικνύουν μια ζοφερή πραγματικότητα:
οι ελληνικές κυβερνήσεις, ειδικώς από το 1996 και έπειτα, δανείζονταν αρχικώς
με την επίφαση της ένταξης στην ευρωζώνη, εν συνεχεία με στόχο την ολοκλήρωση
του τιτάνιου και, όπως αποδεικνύεται, δυσανάλογου για το μέγεθος της χώρας
εγχειρήματος των Ολυμπιακών Αγώνων και εν τέλει, όπως απέδειξε η περίοδος
διακυβέρνησης Καραμανλή, για την εξυπηρέτηση τρεχουσών αναγκών και χωρίς την
παραμικρή διάθεση προσαρμογής στα δεδομένα και στις απαιτήσεις της εποχής.
Η πρόβλεψη των
«Financial Τimes» και η «περήφανη» απάντηση Αλογοσκούφη
Σαφή προειδοποίηση για την πορεία της ελληνικής
οικονομίας αποτελούσε άρθρο των «Financial Τimes» που δημοσιεύθηκε πριν από δύο
χρόνια με τίτλο «Ελλάδα: Τέλος εποχής για την ισχυρή ανάπτυξη».Ο αρθρογράφος Ραλφ Ατκινς σημείωνε ότι έρχεται καταιγίδα και η Ελλάδα
κινδυνεύει να γυρίσει πολλά χρόνια πίσω,αλλά ο τότε υπουργός Οικονομίας κ.Γ.
Αλογοσκούφης απαντούσε με περισσή αλαζονεία ότι η χώρα βαδίζει
τον δρόμο της ανάπτυξης! «Μέσα στην ΟΝΕ,μια νομισματική υποτίμηση δεν αποτελεί
πλέον δυνατότητα διαφυγής.
O κίνδυνος είναι ότι το μεγάλο βάρος της
αναπόφευκτης διαδικασίας προσαρμογής θα πέσει στις μισθολογικές αυξήσεις, στις
καταναλωτικές δαπάνες και στις επιχειρηματικές επενδύσεις» έγραφε προφητικά ο
Ραλφ Άτκινς και κατέληγε με την πρόβλεψη ότι «μια κάθετη επιβράδυνση θα έχει ως
αποτέλεσμα την έξοδο των Ελλήνων εργαζομένων στη Δυτική Ευρώπη, για πρώτη φορά
από τη δεκαετία του 1960». Απάντηση στο δημοσίευμα έδωσε την ίδια κιόλας ημέρα
(!) με επιστολή του ο κ. Αλογοσκούφης. Με έπαρση ανέφερε ότι«παρά τη διεθνή
οικονομική αναταραχή, η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί το 2009 στο υψηλό επίπεδο του
3,3%» και καταλήγοντας κατακεραύνωνε τον αρθρογράφο που κινδυνολογούσε!
Τι είναι τα «ομόλογα σκουπίδια»
Μετά την υποβάθμιση της Ελλάδας από τη
Standard & Ρoor΄s την περασμένη Τρίτη, τα ελληνικά ομόλογα εντάχθηκαν,
σύμφωνα με την αξιολόγηση αυτή, στην κατηγορία «junk bonds» ή
«ομόλογα-σκουπίδια», όπως είναι η ακριβής μετάφραση του όρου. Πρόκειται για επισφαλείς
τίτλους οι οποίοι εκδίδονται από κάποιο κράτος ή ιδιωτική επιχείρηση με χαμηλή
πιστοληπτική αξιολόγηση. Αυτό σημαίνει ότι ο εκδότης είναι αφερέγγυος, οι
τίτλοι ενέχουν μεγάλο πιστωτικό κίνδυνο και ως εκ τούτου πληρώνουν πολύ μεγάλο
τόκο. Πρακτικά ως «ομόλογα υψηλού κινδύνου» αξιολογούνται τα ομόλογα
επιχειρήσεων οι οποίες παρουσιάζουν προβλήματα ρευστότητας ή κρατών που
βρίσκονται σε πολιτική αστάθεια ή αντιμετωπίζουν κίνδυνο χρεοκοπίας όπως χώρες
της Αφρικής και της Ν. Αμερικής.
Τα «junk bonds» έγιναν ιδιαιτέρως δημοφιλή
στις χρηματαγορές των ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1980 καθώς αυτού του είδους οι
τίτλοι περιλαμβάνονταν σε σύνθετα ομόλογα (CDΟ) με σκοπό να προσφέρουν πολύ
υψηλές αποδόσεις στους κατόχους τους, κυρίως επενδυτικές τράπεζες και
ασφαλιστικές εταιρείες. Η εξάπλωση αυτών των «τοξικών τίτλων» οδήγησε στο
χείλος της χρεοκοπίας πολλά αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που ήταν
εκτεθειμένα σε παρόμοιους τίτλους και προκάλεσε την κατάρρευση της Lehman
Βrothers το 2008.