29 December 2015

Βιβλία, βιβλία
του Κώστα Κατσουλάρη, bookpress.gr, 28/12/2015


Τα χρόνια της κρίσης σήμαναν για το χώρο του βιβλίου, μεταξύ άλλων, την ορμητική επιστροφή του μη-μυθοπλαστικού βιβλίου, των πάσης φύσεως δοκιμίων και μελετών, πολλά από τα οποία αφορούν είτε την ιστορία είτε την πολιτική και την οικονομία είτε ένα συνδυασμό όλων αυτών. Το ερώτημα που υποβόσκει πίσω από αυτόν τον εκδοτικό οργασμό παραμένει απαράλλαχτο: Πώς φτάσαμε ώς εδώ; Τι είναι αυτό που αποκαλούμε «ελληνική κρίση» (αλλά και παγκόσμια), ποια λάθη, ποιες πράξεις ή παραλείψεις ή ποια ιστορική αναγκαιότητα μας έφερε σε αυτό το σημείο;

Στο αίσθημα αδιεξόδου και εγκλωβισμού που κυριάρχησε, ο εκδοτικός χώρος αντέδρασε με φιλόδοξα εγχειρήματα προς ποικίλες κατευθύνσεις, ιστορικές, φιλοσοφικές, ανθρωπολογικές και άλλες, πλουτίζοντας τις βιβλιοθήκες με κάμποσα βιβλία-κοσμήματα ή βιβλία-αποκτήματα. Ορισμένα από αυτά έπεσαν στα χέρια μας αυτούς τους τελευταίους μήνες της χρονιάς που φεύγει, τα βάλαμε ξανά πάνω στο γραφείο μας μαζί με άλλα που επίσης ξεχωρίσαμε, και ιδού εικοσιένα βιβλία που μπορούν να μας κερδίσουν και να κερδίσουμε από αυτά, αφορμές και μόνο για να ξεχυθούμε στα βιβλιοπωλεία αναζητώντας κι άλλα αναγνώσματα της καρδιάς μας, μια και ο χειμώνας είναι μπροστά μας και παραμένει, παρά τα όσα λέγονται, η καλύτερη εποχή για αναγνωστικούς μαραθωνίους.

Βιογραφίες και αυτοβιογραφίες

Λίγο πριν βάλει τέλος στη ζωή του, στα 1942, αυτοεξόριστος στη μακρινή Βραζιλία, ο Στέφαν Τσβάιχ ολοκλήρωσε, παράλληλα με την Σκακιστική νουβέλα, το τελευταίο του δοκιμιακό έργο, στο οποίο αρχικά είχε δώσει τον τίτλο «Ευχαριστία στο Μονταίνιο». Στη ζωή και στο πνεύμα του Μονταίνιου ο Τσβάιχ βρίσκει μια παραδειγματική μορφή, μια αδελφή ψυχή, που είχε δει, όπως κι εκείνος, να χάνεται ο κόσμος στον οποίο είχε πιστέψει, να καταρρέει η ελπίδα για μια ανθρωπότητα καλύτερη. Κομψή γραφή, κομψή σκέψη και μια ακόμη εξαιρετική έκδοση από την Άγρα, που περιλαμβάνει εισαγωγικό σημείωμα από τον Γερμανό εκδότη, πρόλογο του Roland Jaccard, επίμετρο του Παναγιώτη Κ. Τσούκα και πλήρη εργογραφία του Stevan Zweig από τη μεταφράστρια Μαρία Αγγελίδου. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από ένα βιβλιαράκι 200 σελίδων, εκτός από ένα όμορφο εξώφυλλο;

Αφήνοντας τον πραγματικό Μονταίνιο για τον «φασματικό» Σωκράτη, ο ιατρός και μελετητής της αρχαίας ιατρικής και της αρχαιότητας εν γένει Πάνος Δ. Αποστολίδης, στο βιβλίο του με τίτλο «Σωκράτης – Βίος και Πολιτεία» (εκδ. Gutenberg), επιχείρησε να εντοπίσει το ακριβές στίγμα του μεγαλύτερου φιλόσοφου της αρχαιότητας που όμως δεν άφησε ούτε μια γραπτή αράδα, με αποτέλεσμα να τον γνωρίζουμε μόνο διαμεσολαβημένο από άλλα σπουδαία πνεύματα, με προεξάρχοντα τον Πλάτωνα, αλλά και τον Ξενοφώντα, τον Αριστοφάνη και, λιγότερο, τον Αριστοτέλη. Χίλιες σελίδες σε αναζήτηση του αληθινού Σωκράτη, ένα μνημειώδες έργο για την πιο εμβληματική μορφή της αρχαιότητας.

Από την προσχηματική βιογραφία στην προσχηματική αυτοβιογραφία: Το βιβλίο του ποιητή Edmund Gosse «Πατέρας και γιος - σπουδή πάνω σε δύο ιδιοσυγκρασίες» (μτφρ. Παναγιώτης Σουλτάνης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) είναι, τυπικά τουλάχιστον, αυτοβιογραφικό και καλύπτει ένα χρονικό διάστημα περίπου δύο δεκαετιών. Αποτελεί λεπτομερή και ευαίσθητη καταγραφή της σχέσης του Έντμουντ με τον πατέρα του Φίλιπ Χένρυ Γκος (Philip Henry Gosse, 1810-1888), σημαντικού φυσιοδίφη, με πλούσιο επιστημονικό έργο, αλλά και εξέχον μέλος των Αδελφών του Πλύμουθ, μιας προτεσταντικής σέκτας διαβόητης για την αυστηρότητά της. Χαρακτηριστικό της στενόμυαλης οπτικής του πατρός Γκος είναι η απόρριψη των θεωριών του συναδέλφου του Κάρολου Δαρβίνου που εκείνη την εποχή δημοσιοποιούσε τις ανακαλύψεις του.

Αυτοβιογραφικό, και ταυτόχρονα συναρπαστική περιήγηση στα θαύματα της σύγχρονης κοσμολογίας, είναι το βιβλίο που συνέγραψε ο φυσικός και Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Δημήτρης Νανόπουλος με τη βοήθεια του δημοσιογράφου Μάκη Προβατά και στο οποίο έδωσε τον τίτλο «Στον τρίτο βράχο από τον ήλιο – Μία ζωή, η επιστήμη κι άλλα παράλληλα σύμπαντα» (εκδ. Πατάκη). Το βιβλίο των Νανόπουλου-Προβατά ανήκει στο είδος των έργων που αν τα πιάσεις στα χέρια σου δεν ξανασηκώνεται από την καρέκλα, το κρεβάτι ή τον καναπέ, παρά μόνο όταν θα το έχεις τελειώσει. Ζωντανό και σπινθηροβόλο, διηγείται την ιστορία πολλών θαυμάτων, μέσα από τη ζωή και τους μεγάλους σταθμούς στα επιστημονικά επιτεύγματα της εποχής μας, αποπνέοντας αγάπη για τους ανθρώπους και την επιστήμη.

Μια μορφή αυτοβιογραφίας, έστω περιορισμένης στο χρονικό της ασθένειας, είναι το βιβλίο της πεζογράφου Σοφίας Νικολαΐδου «Καλά και σήμερα – Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος» (εκδ. Μεταίχμιο). Από τη διάγνωση μέχρι την εγχείρηση, κι από εκεί σε όλα τα «στάδια» της θεραπείας και της παρακολούθησης της ασθένειας, με τις ψυχικές και σωματικές μεταπτώσεις που συνεπάγεται, η Νικολαΐδου έγραψε την ιστορία της δικής της προσωπικής περιπέτειας με ύφος κοφτό, ασθματικό, ευθύ.

Η νευροβιολογία στο ντιβάνι

Αν και ο Φρόιντ προσπάθησε να χτίσει μια ολόκληρη ψυχική γεωγραφία βασιζόμενος κυρίως στην εμπειρία με τους ασθενείς και στα όνειρα, ποτέ του δεν έκρυψε την ελπίδα του κάποια στιγμή η ψυχανάλυση να εξελιχθεί σε θετική επιστήμη. Η ελπίδα του αυτή έμελε να αποδειχτεί φρούδα, για λόγους που δεν είναι της παρούσης, με αποτέλεσμα οι σχέσεις της Ψυχανάλυσης με την επιστήμη (την Ψυχιατρική, ας πούμε) να εξελιχθούν σε απόμακρες έως εχθρικές. Κι όμως, από τη απέναντι πλευρά, την πλευρά της μελέτης του εγκεφάλου και της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα από την αποτύπωσή της στις εγκεφαλικές λειτουργίες, η πρόοδος ήταν τα τελευταία χρόνια ραγδαία. 

Τα ζητήματα που τίθενται είναι πολλά και σοβαρά, με τον κίνδυνο του «βιολογισμού» να ελοχεύει σε κάθε προσπάθεια να αναχθεί ο ανθρώπινος ψυχισμός σε «συνάψεις», ωστόσο όλα είναι ζήτημα οπτικής και επιστημονικής ηθικής. Οι Francois Ansermet, Pierre Magistretti με το βιβλίο τους «Τα ίχνη της εμπειρίας – νευρωνική πλαστικότητα και η συνάντηση της βιολογίας με την ψυχανάλυση» (μτφρ. Βασιλική Βακάκη, επιμ. Ηλίας Κούβελας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) επιχειρούν αυτό το άλμα μέσα από τις τελευταίες εξελίξεις στη νευροβιολογία ανακαλύπτοντας τα πολλαπλά «ίχνη» της ανθρώπινης εμπειρίας στις εγγραφές του εγκεφάλου. Πώς ακριβώς εμφανίζεται το «ασυνείδητο» στον εγκέφαλο; Πώς λειτουργεί και πώς εξηγείται το γεγονός ότι ο καθένας από εμάς είναι μοναδικός; Ένα εξαιρετικό βιβλίο για ένα δύσκολο και γοητευτικό ζήτημα, μια ακόμη θαυμάσια πρόταση από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Ιστορία, ιστορίες, ιστορείν

Ένα θεμελιακό έργο για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας και της επιστήμης, το περίφημο «Η νέα επιστημονική γνώση» του Giambattista Vico (εισαγ.-μτφρ.-πίνακες, Γιώργος Κεντρωτής, εκδ. Gutenberg) είναι πλέον προσιτό και στο ελληνικό κοινό. Η ελληνική έκδοση του έργου του Ναπολιτάνου καθηγητή ρητορικής Τζαμπαττίστα Βίκο είναι αποτέλεσμα άοκνης μεταφραστικής προσπάθειας αλλά και εκδοτικής γενναιοδωρίας. Αν και θεωρητικά δεν απευθύνεται στο ευρύ κοινό, εντέλει πρόκειται για έργο προσιτό στον απαιτητικό αναγνώστη, βοηθούντων των πληρέστατων σημειώσεων και του δουλεμένου ευρετηρίου ονομάτων, όρων και χωρίων από την Αγία Γραφή ή την ελληνική γραμματεία. Ένα βιβλίο που αξίζει κάθε γραμμάριο από το βάρος των χιλίων και πλέον σελίδων του.

Εξαιρετικά σημαντική για τη μελέτη της πολύ πρόσφατης ελληνικής ιστορίας είναι η μελέτη του ιστορικού και πολιτικού επιστήμονα Κωστή Κορνέτη «Τα παιδιά της δικτατορίας» (μτφρ. Πελαγία Μαρκέτου, εκδ. Πόλις), που κυκλοφόρησε πρώτα στις Ηνωμένες Πολιτείες και πρόσφατα στη χώρα μας, σε μετάφραση. Το βιβλίο του Κορνέτη είναι μάλλον το πρώτο που επιχειρεί να αποτυπώσει διεξοδικά σημαντικά ζητήματα που καθόρισαν την κουλτούρα και την πολιτική συμπεριφορά της γενιάς που μεγάλωσε μέσα στη Δικτατορία, καθώς και της γενιάς του Πολυτεχνείου που ακολούθησε, θέτοντας ερωτήματα όπως για τη σχέση των νέων της Ελλάδας της Δικτατορίας με τα κινήματα της Διαμαρτυρίας του 1968, του γαλλικού Μάη και άλλων. Ένα έργο που έρχεται, θα έλεγε κανείς, την κατάλληλη στιγμή, όταν η ακροδεξιά ρητορεία συνεπικουρούμενη από μια απολιτίκ καταγγελτική στάση έχουν επιχειρήσει να ενοχοποιήσουν σύσσωμη τη Γενιά του Πολυτεχνείου και πολλές από τις προοδευτικές κατακτήσεις της στο πλαίσιο της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Βιβλίο-απόκτημα που πρέπει να διαβαστεί και να συζητηθεί σε βάθος.

Ένα διαμάντι της λεγόμενης στρατοπεδικής γραμματείας, το «Μίλενα από την Πράγα» της Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόυμαν (μτφρ. Τούλα Σιετή, εκδ. Κίχλη) μόλις κυκλοφόρησε, σε πολύ ωραία έκδοση, καλά επιμελημένη από την Αριάδνη Δημακοπούλου (που συνέγραψε και το επίμετρο) και τη Μήνα Πατεράκη-Γαρέφη. Η Μπούμπερ-Νόυμαν είναι η γνωστότερη από όσους έζησαν και τις δυο όψεις της στρατοπεδικής βαρβαρότητας, αρχικά ως αιχμάλωτη του Στάλιν και στη συνέχεια ως αιχμάλωτη του Χίτλερ. Στο βιβλίο περιλαμβάνεται όπως είναι ευνόητο και κεφάλαιο για τη σχέση της Μίλενα Γιέσενσκα με τον Κάφκα, αλλά και πολύτιμες μαρτυρίες για ποικίλες ομάδες που εξοντώθηκαν κατά τη μετατροπή του Ράβενσπρουκ από στρατόπεδο εργασίας σε στρατόπεδο εξόντωσης (ομοφυλόφιλοι, ποινικοί, τσιγγάνοι κ.ά). Ως βιογραφία, ανατρέχει στα χρόνια της νεότητας και της ωριμότητας της Μίλενα στη γενέθλια Πράγα, αλλά και στη Βιέννη, αναδεικνύοντας την αντισυμβατική προσωπικότητά της. Και επειδή στη ζωή της το ατομικό και το συλλογικό ήταν συνυφασμένα, η αφήγηση εξελίσσεται σε τοιχογραφία των ιδεολογικών, πολιτικών και καλλιτεχνικών τάσεων κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, τότε που το όραμα της επανάστασης συμβάδιζε με τα οράματα των πρωτοποριακών κινημάτων στον χώρο της τέχνης.

Εντελώς πρωτότυπη μελέτη, ίσως και μοναδική στο είδος της, είναι η μελέτη της Charlotte Beradt «Τα όνειρα στο τρίτο Ράιχ» (μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, εκδ. Άγρα) στην οποία η Γερμανοεβραία δημοσιογράφος, κατοπινή φίλη και μεταφράστρια της Χάνα Άρεντ, συγκέντρωσε όνειρα Γερμανών πολιτών, Εβραίων και μη, που ζούσαν κάτω από την πραγματικότητα του Τρίτου Ράιχ, από το 1933 έως το 1939. Τα κρυπτογράφησε, κι αφού τα έκρυψε στη βιβλιοθήκη της στη συνέχεια τα ταχυδρόμησε στο εξωτερικό, όπου και τα περισυνέλεξε το 1939, στη Νέα Υόρκη. Διαβάζοντας αυτά τα όνειρα γίνεται φανερό ότι ο ζόφος του ολοκληρωτικού καθεστώτος δεν περιορίζεται στο δημόσιο χώρο αλλά στοιχειώνει και αλλοιώνει και τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων, οι οποίοι πλέον ζουν υπό το φόβο και τη μόνιμη απειλή. Μια προσπάθεια, επίσης, να ερμηνευτεί, μέσα από αυτό το κλειδί, το πώς και το γιατί ένα ολόκληρο έθνος συμπορεύτηκε στην παράνοια ενός καθεστώτος θεμελιωμένου στη βία και τον τρόμο.

Από την άλλη, ακούμε σήμερα συχνά να λέγεται ότι το φανατικό Ισλάμ είναι μια νέα μορφή «ναζισμού», έστω και με τη δόση αυθαιρεσίας που απαιτούν παρόμοιες ιστορικές αναγωγές και συγκρίσεις. Λέγεται επίσης, και σωστά, ότι έχει έρθει η στιγμή για όλους εμάς τους Ευρωπαίους να ενσκύψουμε με μεγαλύτερη κατανόηση πάνω από τον ισλαμισμό, τόσο ως θρησκευτικό όσο και ως πολιτικό φαινόμενο και να προσπαθήσουμε να το δούμε σε βάθος αντί να το δαιμονοποιούμε με την πολιτισμική υπεροψία του πεφωτισμένου δυτικού. Ο Μιχάλης Μαριόρας διδάσκει για το Ισλάμ και την συγκριτική ιστορία των θρησκειών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι συγγραφέας του ιδιαίτερα διαφωτιστικού βιβλίου «Στα μονοπάτια του Ισλάμ – μουσουλμανικές προσεγγίσεις» (εκδ. Πεδίο, 2014), αλλά και του πιο πρόσφατου «Οι προϊσλαμικές θρησκείες της αραβικής χερσονήσου – Το Αναμενόμενο και το Απροσδόκητο» (εκδ. Πεδίο). Ίσως θα ήταν καλύτερα τα δύο αυτά βιβλία να διαβάζονταν με την αντίστροφη σειρά από αυτή με την οποία γράφτηκαν, μια και το τελευταίο προσπαθεί να ιχνηλατήσει για ποιο λόγο οι λαοί της Αραβικής Χερσονήσου αντί να υιοθετήσουν μια από τις κραταιές τότε μονοθεϊστικές θρησκείες, την Χριστιανική ή την Ιουδαϊκή, στράφηκαν προς τον Μωαμεθανισμό, που κατάφερε να τους παράσχει μια ενοποιητική θρησκευτική και πολιτική ομπρέλα. Δυο εξαιρετικά ενδιαφέροντα και πολλαπλώς χρήσιμα βιβλία.

Πολιτική, πολιτισμός, πολλαπλότητα

Η συγγραφέας και ιστορικός Σώτη Τριανταφύλλου στοχάζεται πάνω στα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών, με αιχμή αυτά που προκύπτουν από την αναγκαστική συνύπαρξη διαφορετικών εθνών, θρησκειών και πολιτισμών στους κόλπους τους. Με το βιβλίο της «Πλουραλισμός, Πολυπολιτισμικότητα, ενσωμάτωση, αφομοίωση» (εκδ. Πατάκη) επιχειρεί να δώσει μια απάντηση στα σύνθετα προβλήματα της εποχής προτάσσoντας την αξία του Πλουραλισμού έναντι αυτής της Πολυπολιτισμικότητας, την οποία θεωρεί χρεωκοπημένο μοντέλο που σωρεύει περισσότερα προβλήματα από αυτά που λύνει. Πολλά από τα θέματα που συζητιούνται αυτόν τον καιρό, με αφορμή και τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Παρίσι, τίθενται επί τάπητος στο παρόν βιβλίο, συνήθως με καθαρό (και οξύ) τρόπο. Ένα βιβλίο που, είτε κανείς συμφωνεί είτε διαφωνεί, αξίζει να διαβαστεί και να συζητηθεί με ψυχραιμία. Χάριν συντομίας, προτάσσω το μότο που έχει επιλεγεί από τη συγγραφέα, κι ανήκει στον βιολόγο, προγραμματικά κι εργολαβικά, θα λέγαμε, αθεϊστή Richard Dawkins: «Η θρησκεία μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε επικίνδυνη τρέλα. Συμπεραίνω ότι η θρησκευτική πίστη είναι μια ψυχική διαταραχή». Έχοντας αφήσει πίσω μας τον 20ο αιώνα, που αιματοκυλίστηκε κατά συστηματικό τρόπο από διακηρυγμένα «άθεους» ηγέτες (Χίτλερ, Στάλιν, Μάο, Πολ Ποτ), τις περισσότερες φορές διώκοντας λυσσαλέα τους παραδοσιακούς πιστούς, γίνονται νομίζω φανερά τα όρια τέτοιων μονόπλευρων διαπιστώσεων που προσφέρονται περισσότερο για πολεμική και λιγότερο για κατανόηση. Τούτου λεχθέντος, cherchez le livre.

Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Naomi Klein, μετά τα δημοφιλή «No logo» και «Το δόγμα του σοκ» (στις εκδόσεις Λιβάνη, αμφότερα), συντονίζεται και πάλι με την επικαιρότητα και μας δίνει ένα ιδιαίτερα αναλυτικό βιβλίο για τις αιτίες που γεννούν το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, με τίτλο «Αυτό αλλάζει τα πάντα – Καπιταλισμός εναντίον κλίματος» (μτφρ. Άγγελος Φιλιπάττος, εκδ. Λιβάνη). Μεγάλος όγκος πληροφοριών και μασημένη (εναλλακτική) τροφή συνθέτουν το μείγμα που θα χαρίσει την επιτυχία και σε αυτό το βιβλίο της Ναόμι Κλάιν. Κι ενώ δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει τον συσχετισμό μεταξύ της αδηφάγου λογικής (ή μη λογικής) του σύγχρονου καπιταλισμού και της υπερθέρμανσης του πλανήτη (αν βέβαια θεωρήσουμε την Κίνα, τον μεγαλύτερο καταναλωτή άνθρακα στον κόσμο, κέντρο του καπιταλισμού, αγνοώντας όλη την υπόλοιπη πολιτική δομή της χώρας), αυτό που τελικά μένει, ήδη από τον τίτλο του βιβλίου, είναι μια αμήχανη διερώτηση: Θα πρέπει άραγε να αναβάλουμε τη σωτηρία του πλανήτη στο ίδιο μακρινό μέλλον όπου έχει μεταφερθεί η «απαλλαγή» της ανθρωπότητας από τον τρισκατάρατο καπιταλισμό; Ευτυχώς, πρόσφατα, οι ηγέτες του κόσμου στο Παρίσι έδωσαν πιο άμεσες και συγκεκριμένες απαντήσεις, στο ίδιο οικονομικό πλαίσιο.

Σε παρόμοιο μήκος κύματος, αλλά με πιο εκλεπτυσμένη σκέψη, ο Ισπανός διανοούμενος Manuel Arriaga μας προκαλεί με το βιβλιαράκι «Για την επανεκκίνηση της δημοκρατίας» (μτφρ. Ηλίας Παπαζαχαρίας, εκδ. Αιώρα) μια σειρά από γόνιμους προβληματισμούς γύρω από τα όρια και τις παθογένειες των σύγχρονων δημοκρατιών. Ποιο είναι το συμπέρασμα, με δυο λόγια; Οι πολίτες θα πρέπει να οργανωθούν και να μην αφήνουν την πολιτική (που είναι πολύ σοβαρό πράγμα) μονάχα στους πολιτικούς (που συχνότατα δεν είναι όσο σοβαροί απαιτείται).

Οι Γάλλοι στοχαστές, ως γνωστόν, έλκονται από τα οξύμωρα σχήματα και τις διανοητικές προκλήσεις, εξού και συχνά επιδίδονται στο να πλέκουν τα εγκώμια αμφιλεγόμενων ιδεών ή προσώπων. Έτσι, ο «πολύς» αριστερός Ρεζίς Ντεμπρέ αναλαμβάνει να πλέξει το «Εγκώμιο των συνόρων» (μτφρ.-σημειώσεις: Αντώνης Καραβασίλης, εκδ. Εστία). Σε αυτή τη διάλεξη που δόθηκε το 2010 στη Γαλλο-Ιαπωνική Εστία του Τόκυο επιχειρεί, μέσα από την υπεράσπιση της έννοιας του συνόρου, να υπερασπιστεί ταυτόχρονα το ιδιαίτερο και το τοπικό, μαζί με την ίδια μας την ικανότητα να στοχαζόμαστε «ανοιχτά», ακριβώς επειδή στοχαζόμαστε από κάποιον οριοθετημένο «τόπο».

Παρομοίως, αν και με τελείως άλλο υπόβαθρο, ο γνωστός μας ως διευθυντής της εταιρείας Lazard, που «συμβούλεψε» για ένα διάστημα την νέα ελληνική κυβέρνηση, Matthieu Pigasse, στο ευσύνοπτο βιβλίο του «Εγκώμιο της μη κανονικότητας» (μτφρ. Γιώργος Ξενάριος, εκδ. Στερέωμα) διατείνεται ότι η οξύτητα των προβλημάτων της εποχής μας δεν επιτρέπει κλασικές προσεγγίσεις και απαιτεί ανατρεπτικό βλέμμα και ρηξικέλευθες πράξεις. Το βιβλίο θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στην ιδέα πως πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε «έξω από το κουτί», αλλά ειδικά για εμάς τους Έλληνες υπάρχει και πρόσθετο ενδιαφέρον, μια και ο Πιγκάς αναφέρεται συγκεκριμένα στα ελληνικά προβλήματα, στην Κύπρο και στην τρέχουσα ευρωπαϊκή κρίση.

Μιλώντας για ιδέες και αντικομφορμιστική σκέψη, στο βιβλίο του Steven Johnson «Από πού έρχονται οι ιδέες – Η φυσική ιστορία της καινοτομίας» (μτφρ. Δημήτρης Ποταμιάνος, επιστ. επιμ. Μπέττυ Τσακαρέστου, εκδ. Πεδίο) επιχειρείται να χαρτογραφηθεί το «DNA» της καινοτομίας μέσα στα χρόνια, προκρίνοντας πρώτα απ’ όλα την συνεργατικότητα και τη συνδημιουργία, ιδέες που έχουν επανέλθει δριμύτερες στο πλαίσιο της ψηφιακής μας κουλτούρας.

Λογοτεχνική κριτική με καρδιά

Οι εκδόσεις Αντίποδες μόλις έκλεισαν έναν χρόνο ζωής, έχοντας αφήσει ήδη το στίγμα τους στα εκδοτικά μας πράγματα, με τα κομψά και έξυπνα επιλεγμένα βιβλιαράκια τους, ξεχωρίζοντας για την ώρα κυρίως για τις επιλογές τους στην ελληνική πεζογραφία – η μεγάλη επιτυχία του Γκιακ του Δημοσθένη Παπαμάρκου υπήρξε η ιδανική ατμομηχανή του εκδοτικού εγχειρήματος. Λίγο πριν κλείσει ο χρόνος, εξέδωσαν ένα από κάθε άποψη «μεγάλο» βιβλίο, το κλασικό δοκίμιο του Τζωρτζ Στάινερ «Τολστόι ή Ντοστογιέφσκι – Δοκίμιο παλαιάς κριτικής» (μτφρ. Κώστας Σπαθαράκης), το πρώτο έργο του σπουδαίου αυτού κριτικού και στοχαστή, που δημοσιεύτηκε το 1959 και αναδημοσιεύτηκε το 1996 από το Yale University Press. Είναι δύσκολο να συνοψίσει κανείς με δυο λόγια πόσα θέματα θίγει και ανασκαλεύει ο Στάινερ μέσα από το προκλητικό ερώτημα του τίτλου. Ίσως η καλύτερη πρόσκληση στην ανάγνωση αυτού του πυρετικού και ερεθιστικού δοκιμίου να είναι η φράση με την οποία εκκινεί το βιβλίο: «Η λογοτεχνική κριτική πρέπει να γεννιέται από ένα χρέος αγάπης.» Ένα σπάνιο έργο κριτικής που μας διδάσκει πώς να διαβάζουμε και πώς να σκεφτόμαστε τα κείμενα και τον εαυτό μας, μέσα από τη μελέτη ορισμένων από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της νεωτερικότητας.

Πολλές ερεθιστικές σκέψεις θα συναντήσει ο αναγνώστης και στη συλλογή δοκιμίων «Αφερέγγυοι και πλάνητες – Δοκίμια για τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό» (εκδ. Κέδρος), του Γιώργου Αριστηνού, που βραβεύτηκε πρόσφατα από την Ακαδημία Αθηνών. Όχι τυχαία, στο πρώτο κιόλας κείμενο της συλλογής με τίτλο «Ο ανορθόδοξος Παπαδιαμάντης (μικρή μελέτη για τη Φόνισσα)» παρατίθεται η διάσημη φράση του George Steiner (μεταφράζω πρόχειρα): «Η διόρθωση που φέρει ο μεταφραστής λανθάνει στο πρωτότυπο». Εκλεκτικές συγγένειες, λοιπόν, συναντήσεις, αντηχήσεις. Ο Γιώργος Αριστηνός είναι ένας από τους λίγους Έλληνες συγγραφείς που παίρνουν στα σοβαρά τον κριτικό και θεωρητικό λόγο, κι εδώ συγκέντρωσε έναν πλούσιο αστερισμό κειμένων που μετεωρίζονται γόνιμα μεταξύ λογοτεχνικής και πολιτισμικής κριτικής.

Νόμπελ και άλλα... εδέσματα

Ο πεζογράφος Κώστας Αρκουδέας έψαξε, έσκαψε κι έφερε στο φως μια σχετικά άγνωστη στο ευρύ κοινό ιστορία, με ήρωα έναν από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές των ελληνικών γραμμάτων, τον Νίκο Καζαντζάκη. Στο βιβλίο του «Το χαμένο Νόμπελ – μια αληθινή ιστορία» (εκδ. Καστανιώτη), μέσα από προσωπικές μαρτυρίες, επιστολές, άρθρα, αποσπάσματα από βιβλία και ντοκουμέντα, συνθέτει την ιστορία της υποψηφιότητας για Νόμπελ λογοτεχνίας από τον Νίκο Καζαντζάκη και την πορεία αυτής της υποψηφιότητας προς την αποτυχία. Τοιχογραφία μιας εποχής, μέσα από μεγάλες προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών και μια υπόθεση που ανέδειξε τις αντιφάσεις και τις αντιπαλότητες της σύγχρονης Ελλάδας.

Ολοκληρώνοντας αυτή την περιήγηση από το «κεφάλι» στην «καρδιά», μοιραία καταλήγουμε στο «στομάχι». Η δημοσιογράφος, ηθοποιός και πολιτιστική συντάκτρια Μελίσσα Στοΐλη στο βιβλίο της «Και διηγώντας τα... να τρως – ιστορίες και συνταγές εδεσμάτων» (εκδ. Κίχλη), συνοδεύει ορισμένα από τα πιο γνωστά φαγητά και γλυκά με ευφάνταστες ιστορίες. Παγωτά, μακαρονάδες, ιμάμ, μπερδεύονται με ιστορίες για άγιους και ιππότες, βασιλιάδες και επαναστάτες, μπλέκοντας γεύσεις με λέξεις σε αναπάντεχους συνδυασμούς, που στολίζονται δεξιά κι αριστερά με μικρά ασπρόμαυρα σκίτσα ή γκραβούρες. Στο τέλος παρατίθενται σε κλασική μορφή οι συνταγές των φαγητών που αναφέρονται, αλλά αν δεν πιάσει κανείς στα χέρια του το ίδιο το βιβλίο δεν θα μπορέσει να αντιληφθεί, με την αφή και με το μάτι και με την όσφρηση, τη χαρά και την αισθητική συγκίνηση που προκαλεί ακόμη σε πολλούς από εμάς ένα τόσο προσεγμένο βιβλίο, ως αντικείμενο και μόνο.