του Γιάννη Κ.
Πρετεντέρη, Τα Νέα, 6/7/2015
Χθες
πραγματοποιήθηκε ένα δημοψήφισμα πάνω στα ερείπια μιας χώρας.
Η καταμέτρηση
των ψήφων έδωσε συντριπτική πλειοψηφία στο Οχι. Ελλείψει ουσιαστικού και
συγκεκριμένου ερωτήματος, είναι ένα Οχι σε ό,τι ο καθένας απορρίπτει.
Τη φτώχεια,
τη λιτότητα, τη δυσκολία, τη μειονεξία, την καθημερινότητα, τους άλλους, τον
καπιταλισμό ή τον γείτονα που τα καταφέρνει καλύτερα.
Ενα μαζικό
και δωρεάν Οχι σε μια ζωή που δεν αρέσει.
Σε πολιτικό
επίπεδο, ήταν επίσης η άρνηση μιας σημαντικής μερίδας του εκλογικού σώματος να
αποδεχτεί ότι στις 25 Ιανουαρίου διάλεξε έναν δρόμο που δεν υπήρχε. Επιμένει να
ελπίζει ότι κάτι μπορεί να προκύψει από την περιπέτεια που βιώνει.
Λογικό. Η
αποδοχή της διάψευσης χρειάζεται χρόνο και αποδείξεις.
Την ίδια
στιγμή, το Ναι δεν έπεισε. Ακέφαλο και ασυντόνιστο, αυθόρμητο αλλά ανοργάνωτο,
καλοπροαίρετο και ήπιο, χωρίς κεντρικό πρόσωπο, αντέταξε στη συγκίνηση της
απόρριψης μια εύλογη κατάφαση.
Μόνο που στην
Ελλάδα η λογική σπανίως υπερτερεί της συγκίνησης, ιδίως σε ταραγμένους καιρούς.
Είναι
προφανές επίσης ότι το Ναι ως ευρύτερο πολιτικό ρεύμα δεν κατάφερε (έως τώρα
τουλάχιστον...) να συγκροτήσει μια διαφορετική, θελκτική αλλά και ανανεωμένη
προοπτική.
Την ίδια
στιγμή που αντιμετώπιζε ένα κόμμα, μια κυβέρνηση και έναν Πρωθυπουργό με ισχυρό
ακόμη πολιτικό κεφάλαιο.
Ετσι, μπορεί
το σύνολο σχεδόν της συντεταγμένης κοινωνίας (συνδικάτα, εργοδοτικές
οργανώσεις, αγροτικές ομοσπονδίες, Τοπική Αυτοδιοίκηση, επαγγελματικοί
σύλλογοι, επιστημονικά σωματεία) και ό,τι επιφανέστερο διαθέτει η Ελλάδα σε
όλους τους τομείς να τάχθηκε με το Ναι. Αλλά τελικά βγήκε μαζικά Οχι.
Αυτά σε ό,τι
αφορά το εκλογικό αποτέλεσμα.
Διότι επί της
ουσίας το χθεσινό δημοψήφισμα είχε πολλούς ηττημένους. Ενδεχομένως ακόμη και
τον νικητή, όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο.
Χωρίς
υπεκφυγές, χωρίς ελαφρυντικά και χωρίς περιθώρια, η κυβέρνηση υποχρεούται πλέον
να κλείσει άμεσα μια συμφωνία που γίνεται κάθε μέρα επαχθέστερη και ένα νέο
Μνημόνιο που θα διασφαλίζει χρηματοδότηση στη χώρα.
Υποχρεούται
κυρίως να ανοίξει τις τράπεζες πριν η βλάβη στην οικονομία καταστεί ανήκεστος.
Και να το
επιτύχει μέσα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο με το οποίο οι σχέσεις εμπιστοσύνης
έχουν διαρραγεί, από το οποίο δεν μπορεί να περιμένει ούτε εκπτώσεις ούτε
φιλικές χειρονομίες και του οποίου οι κλειστές τράπεζες αποτελούν το καινούργιο
και ισχυρό μέσο πίεσης.
Πότε θα
γίνουν όλα αυτά; Τη Δευτέρα, είπε ο Βαρουφάκης. Μέσα στο 48ωρο, υποσχέθηκε ο
Πρωθυπουργός.
Ειλικρινά δεν
ξέρω πώς θα τα καταφέρουν. Με ποιο κόστος και ποιους ελιγμούς. Αλλά για πρώτη
φορά στη ζωή μου ζηλεύω όσους έχουν την αισιοδοξία της άγνοιας.
Ή τις εμμονές
του φανατισμού.