Ο άνθρωπος συνδύασε επιστήμη και τεχνολογία σε ένα εργαστήριο που εκτυπώνει... εφαρμοσμένη θεωρία
του Γιάννη Παλαιολόγου, Καθημερινή 19/2/2023
Καθώς παρακολουθούσα τη διάλεξη του Νιλ Γκέρσενφελντ στο κεντρικό αμφιθέατρο του «Δημόκριτου», ο τρόμος μου για την επικείμενη συνομιλία μας ολοένα και μεγάλωνε. Στις διαφάνειες πίσω του εμφανίζονταν αναφορές σε διάφορες εργασίες στις οποίες έχει συμμετάσχει: «Microfluidic Bubble Logic», «Discretely assembled mechanical metamaterials», «Bulk-spin Resonance Quantum Computation». Σκεφτόμουν ότι αν επιχειρούσα να διαβάσω τα συγκεκριμένα πονήματα, δεν θα έφθανα μακριά. Ηδη οι τίτλοι θα με είχαν καταβάλει.
Ο Γκέρσενφελντ είναι ένας από τους ανθρώπους που διαμορφώνουν το μέλλον. Καθηγητής στο MIT, διευθυντής του Center for Bits and Atoms, έχει αφιερώσει την καριέρα του στη ρήξη του φράγματος μεταξύ της Φυσικής και της επιστήμης των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών, με συναρπαστικά θεωρητικά και ανατρεπτικά πρακτικά αποτελέσματα. «Η Φυσική είναι ένας οικουμενικός υπολογιστής», μου λέει, στο γραφείο του προέδρου του «Δημόκριτου» Γιώργου Νούνεση, όπου έχουμε αποσυρθεί. «Ολη η φύση υπολογίζει, με τη στενή έννοια του όρου της υπολογιστικής. Και η επιστήμη των Υπολογιστών χρειάζεται τη Φυσική για να λειτουργήσει. Αλλά ιστορικά οι δύο επιστήμες απέκλιναν. Η Φυσική σταματούσε στην κατασκευή τρανζίστορ και η επιστήμη των Η/Υ σταματούσε στο λογισμικό. Η σύνδεση μεταξύ των δύο ανακαλύφθηκε εκ νέου πρόσφατα, με πεδία όπως η Κβαντική Υπολογιστική. Μια συνέπεια της υπέρβασης αυτού του διαχωριστικού πλαισίου είναι ότι μπορείς να φτιάξεις καλύτερους, πιο ενδιαφέροντες και ισχυρούς υπολογιστές· η άλλη, ενδεχομένως ακόμη πιο σημαντική, είναι ότι χρησιμοποιώντας τη γλώσσα της υπολογιστικής, κατανοείς καλύτερα τη φύση».
Μεταξύ άλλων, o Γκέρσενφελντ ήταν στην ομάδα των τριών επιστημόνων που κατασκεύασαν τον πρώτο κβαντικό υπολογιστή (το μακρινό 1998). Ηδη το 2004 έγραφε για το όραμα του Διαδικτύου των Πραγμάτων, πολύ πριν γίνει απτή πραγματικότητα. Αλλά είναι περισσότερο γνωστός ως ο πρωτοπόρος των ψηφιακών κατασκευών (digital fabrication), του εκδημοκρατισμού της παρασκευής προϊόντων, αλλά πλέον και μηχανών που κατασκευάζουν προϊόντα με τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας. Πριν από 25 χρόνια ξεκίνησε να διδάσκει στο MIT ένα μάθημα με τον φιλόδοξο τίτλο «Πώς να φτιάξεις (σχεδόν) τα πάντα».
Στο μάθημα αυτό παρείχε στους φοιτητές του ένα σετ από εργαλεία (τρισδιάστατους εκτυπωτές, υπολογιστές και λέιζερ) που θα τους επέτρεπε να γίνουν οι ίδιοι δημιουργοί αντί για απλοί καταναλωτές της τεχνολογίας. Το εργαστήριο που έστησε, το πρωτότυπο Fab Lab, ήταν απίστευτα δημοφιλές. «Κάθε χρόνο εκατοντάδες φοιτητές ήθελαν να παρακολουθήσουν το μάθημα: μηχανολόγοι, επιστήμονες, αλλά και καλλιτέχνες, άτομα από πολλά διαφορετικά πεδία», θυμάται. «Το πάθος που γεννούσε είχε να κάνει με την ανάγκη προσωπικής έκφρασης».
Ο Γκέρσενφελντ εξιστορεί πώς στο λύκειο ήθελε να ακολουθήσει τεχνική κατεύθυνση, αλλά τον απέτρεψαν – «ήμουν έξυπνος, άρα έπρεπε να κάθομαι σε ένα δωμάτιο, δεν μπορούσα να κάνω συγκόλληση ή να επισκευάζω αυτοκίνητα». Αργότερα, ως ερευνητής στα Bell Labs, είχε παρόμοια προβλήματα με το συνδικάτο, που δεν τον ήθελε να εργάζεται μαζί με τους τεχνικούς. «Είναι ένας διαχωρισμός μεταξύ αυτών που σκέφτονται και αυτών που φτιάχνουν πράγματα, που ξεκινάει ήδη από την Αναγέννηση. Όλη μου τη ζωή πολεμάω κατά αυτού του σφάλματος της Αναγέννησης.
Και οι φοιτητές στο μάθημά μου αποδείκνυαν ότι η χρήση τρισδιάστατων εκτυπωτών και ο προγραμματισμός είναι εξίσου δημιουργικές ασχολίες όσο η ζωγραφική ή η συγγραφή ενός σονέτου». Η δημοφιλία του Fab Lab γρήγορα επεκτάθηκε πέρα από την πανεπιστημιούπολη του MIT και διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο. Σήμερα υπάρχουν 2.500 Fab Labs σε 125 χώρες, όπου νέοι άνθρωποι και παιδιά-θαύματα, σε μέρη από τη βόρεια Νορβηγία έως απομακρυσμένα ινδικά χωριά, επινοούν εκπληκτικά πράγματα με τα βασικά εργαλεία των ψηφιακών κατασκευών.
«Ένα από τα πράγματα που έμαθα από όλο αυτό είναι ότι στις πιο φτωχές περιοχές του πλανήτη υπάρχουν τα ίδια προσόντα, συμφέροντα, επιθυμίες και ανάγκες, όπως και στις πλούσιες περιοχές», λέει. «Οι άνθρωποι εκεί χρησιμοποίησαν τα Fab Labs για να φτιάξουν πρακτικά πράγματα, αλλά και για να εκφραστούν, να μάθουν, να δημιουργήσουν […] Κάποιες από τις περιοχές όπου το κάνουμε αυτό έχουν υπερπηδήσει ορισμένα από τα παραδοσιακά στάδια της βιομηχανικής εξέλιξης». Παράλληλα, η λογική της εξατομίκευσης της τεχνολογίας που ενσαρκώνουν τα Fab Labs έχει μεταδοθεί και σε άλλα πεδία. Εμπνευσμένος από αυτά, ο κορυφαίος γενετιστής του Χάρβαρντ, Τζορτζ Τσερτς, σε στενή συνεργασία με τον Γκέρσενφελντ, ξεκίνησε τη βιολογική του εκδοχή: «Πώς να καλλιεργήσεις (σχεδόν) τα πάντα».
«Υπάρχουν ορισμένα στάνταρ εργαλεία που χρειάζονται για να δημιουργήσεις συνθετική ζωή στο εργαστήριο», εξηγεί ο Αμερικανός φυσικός και μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών. «Χρησιμοποιώντας τα Fab Labs μπορούμε να κατασκευάσουμε αυτά τα εργαλεία, με τα οποία παράγεται βιοτεχνολογία και νέες, κατά παραγγελία, μορφές ζωής. Και αντιστρόφως, στη συνέχεια, μία από τις εφαρμογές της βιοτεχνολογίας παράγει πράγματα που χρησιμοποιούμε στα Fab Labs».
Όλη μου τη ζωή πολεμάω κατά αυτού του σφάλματος της Αναγέννησης: του διαχωρισμού μεταξύ αυτών που σκέφτονται και αυτών που φτιάχνουν πράγματα.
Υπάρχουν ορισμένα στάνταρ εργαλεία που χρειάζονται για να δημιουργήσεις συνθετική ζωή στο εργαστήριο.