05 January 2008

Υπάρχει Θεός;

Στη συνέχεια της γνωστής σειράς άρθρων του καθηγ. Νίκου Μουζέλη, δημοσιεύτηκαν κι άλλες απαντητικές επιστολές στο ΒΗΜΑ, εδώ ακόμα μία:

Περί το νόημα της ύπαρξης

Η ευαισθησία της Εφημερίδας σας να αναφέρεται σε θέματα ξεχωριστού πνευματικού ενδιαφέροντος όπως «Υπάρχει Θεός;» ή «Αθανασία-Θνητότητα», μου επιτρέπει να διατυπώσω κάποιες απλές σκέψεις: Το αγκάθι για το νόημα της ύπαρξης είναι ένα καθημερινό βίωμα, έστω και αν καλύπτεται για άλλους από την αγωνία της επιβίωσης ή για άλλους κάτω από το χαλί της καλοπέρασης. Σίγουρα δεν είναι κάτι που απασχολεί μόνον τους σοβαροφανείς και απόμακρους φιλοσόφους. Το έθεσε με απλότητα και χωρίς ακαταλαβίστικες φιοριτούρες ένας σύγχρονος, καταξιωμένος, επικοινωνιακός λειτουργός: «Ολα στη ζωή είναι αβέβαια. Τα μόνα βέβαια είναι η αρχή και το τέλος. Τρέχουμε στους γιατρούς, κάνουμε εγχειρήσεις, παίρνουμε φάρμακα. Ούτε η χριστιανική ψευδαίσθηση ότι όλα θα συνεχισθούν σε μια άλλη, άυλη διάσταση μπορεί να απαλύνει την αγωνία».

Η απόφανση αυτή μπορεί ίσως να συγκεντρώνει την αποδοχή της πλειονότητας των συνανθρώπων μας, αλλά ας μου επιτραπεί να επισημάνω ότι «παραβιάζει» ένα από τα σημαντικότερα δικαιώματα του ανθρώπου: Το δικαίωμα στο όνειρο. Και δεν μιλάμε για το όνειρο του τζακπότ και του Λόττο αλλά για κάτι ιερό και ανώτερο. Η γενική παραδοχή ότι «η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία» ίσως να μην αποτελεί ευσεβή πόθο και να μην είναι μόνο η σανίδα σωτηρίας από την οποία γαντζώνεται ο ναυαγός στο τρικυμισμένο πέλαγος. Η ζωή μάς απέδειξε ότι υπήρξαν πολλές σανίδες που έσωσαν ναυαγούς. Η «χριστιανική ψευδαίσθηση» έχει κατά την θεωρητική αυτή άποψη και παρά την παρότρυνση «ποτέ μη λες ποτέ», πιθανότητες 0% (Χώρος για πρακτική, επιστημονική προσέγγιση θα συμφωνείτε ότι δεν υπάρχει).

Άλλοι στο αντίθετο άκρο δίνουν (κι εκείνοι χωρίς «χειροπιαστές» ενδείξεις) πιθανότητες 100%. Αλλοι, τέλος, τείνουν προς τη χρυσή μεσότητα του 50%. Η τελευταία άποψη είναι ίσως μια ορθολογική και συγχρόνως ρομαντική προσέγγιση: Ορθολογική γιατί αφού κατά την τετράγωνη λογική μας «πας οίκος κατασκευάζεται υπό τινος», γιατί ο κόσμος στον οποίο ζούμε να αποτελεί εξαίρεση και να δημιουργήθηκε από κανέναν; Και γιατί Αυτός που δημιούργησε αυτόν τον «καλόν λίαν» αλλά συγχρόνως «παρακμασμένο» και «φθαρμένο» κόσμο μας- για να ικανοποιηθεί ίσως και η δυνατότητα συμμετοχής και της δικής μας ελευθερίας- να μην μπορεί να δημιουργήσει και έναν άριστο, ωραίο και τέλειο;

Ρομαντική δε όχι γιατί μας δίνεται η δυνατότητα να αγοράσουμε οικόπεδα στο φεγγάρι (ή στον παράδεισο) ή για να ξεπεράσουμε με «όπιο» την κοινωνική αδικία και τον πόνο του θανάτου, αλλά γιατί αυτή η προοπτική του «επέκεινα» μας επιτρέπει και μας προτρέπει να βλέπουμε τον συνάνθρωπο όχι σαν έναν τυχαίο και πρόσκαιρο συνοδοιπόρο που η τυφλή εξελικτική διαδικασία μας έφερε στο διάβα μας. Αλλά σαν ένα μοναδικό πρόσωπο με προοπτική συνύπαρξης σε μια άλλη κατάσταση, που για τα σημερινά μέτρα σίγουρα είναι «ψευδαίσθηση». Μια ψευδαίσθηση κυριολεκτική, που δεν έχει καμιά σχέση με τις αισθήσεις του παρόντος κόσμου, αφού «οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη».

ΑΝΔΡΕΑΣ Κ. ΝΤΕΛΗΘΕΟΣ, Πανεπιστημιακός, Αθήνα
ΒΗΜΑ, 1/1/2008